ΤΑ ΓΕΡΑΚΙΑ
(το κείμενο είναι φανταστικό,τα ονόματα τυχαία,δεν έχουν σχέση με πραγματικά ονόματα ή γεγονότα)
Ο Μήτσος ήταν ένας μάλλον αποτυχημένος παράγοντας σε συνοικιακές ομάδες...Κάποια λεφτά που είχε τα σκορπούσε για παίχτες που του ''γυάλιζαν'' και στο τέλος δεν έπαιζαν καλά....Η μανία του ήταν το βόλλευ κι αυτό τον είχε καταστρέψει οικονομικά αφού η ομάδα που προσπαθούσε να βοηθήσει πήγαινε πάντα από το κακό στο χειρότερο,είχε γίνει αιτία να χωρίσει και με τη γυναίκα του,ευτυχώς δεν είχαν παιδιά και το είχε ξεπεράσει με διάφορες φιλενάδες, που τον είχαν παρατήσει κι αυτές αφού πια δεν είχε φράγκο ,μόνο το μεράκι του...
Ένα μικρό καφενείο είχε ο Μήτσος,ένα καφενείο που μαζευόντουσαν ''ναυάγια'' όλων των ειδών και που φυσικά μόνο τα ελάχιστα προς το ζειν μπορούσε να του προσφέρει...
Είχε αποσυρθεί από τα προεδριλίκια καιρό και το μόνο που έκανε ήταν να ασχολείται με το μικρό μαγαζάκι και τα ''περίεργα'' των πελατών που τον έκαναν όλο και πιο ειδικό στους καφέδες,τους μεζέδες και τα υπόλοιπα....όμως το σαράκι του βόλλευ τον έτρωγε διαρκώς...
Είχαν περάσει πάνω από πέντε χρόνια αποχής από τα αθλητικά όταν ένας παλιός παίκτης πέρασε την πόρτα του καφενείου...Τον ήξερε τον ψηλό,ήταν ένας ακραίος με ταλέντο που πια δεν τον ήθελε καμία ομάδα κι ίσα που ζούσε με μια δουλίτσα σε ένα σούπερ μάρκετ και τον έτρωγε το μαράζι...
Είχαν κι οι δυο την ίδια τρέλλα με το άθλημα και περνούσαν ώρες διαβάζοντας αθλητικά και συζητώντας για το βόλλευ...
Δεν άργησε ο καφενές του Μήτσου να γίνει στέκι ''αποτυχημένων'' θεωρητικά παικτών που είχαν το μαράζι και ταυτόχρονα έψαχναν να βρουν διέξοδο ζωής στο τέλμα που είχαν οδηγηθεί,κάνοντας ψευτοδουλειές και ζώντας σε τεντωμένο σκοινί....
Ο Γιώργος,ο Σταμάτης,ο Άγγελος,ο Σταύρος,ο Κώστας ο πασαδόρος και ο Αργύρης ήταν μια παρέα πλέον με τον Μήτσο και όλοι μαζί,''ναυάγια'',έψαχναν για ''λιμάνι'' στα όνειρά τους,''εκβιάζοντας'' το σύμπαν να τους ικανοποιήσει,να τους βγάλει έστω από το μαράζι αφού δεν είχε κατορθώσει να τους δώσει χρήματα ή δόξα....
Συζητούσαν και συζητούσαν μέσα στο καφενίο κι οι καφέδες γέμιζαν τα φλυτζανάκια ξανά και ξανά...Έπρεπε να βρεθεί μια λύση,έπρεπε τα όνειρα να βρουν διέξοδο...
Ο Μήτσος έσπρωχνε κάθε μέρα τον εαυτό του να ξαναγίνει πρόεδρος κι ίσως και προπονητής αφού γνώσεις είχε μετά από τόσα χρόνια στις ομάδες....Οι υπόλοιποι ήξεραν πως χρειαζόταν ένας αρχηγός κι εκείνοι ήταν πρόθυμοι να δώσουν τον καλύτερο εαυτό τους για να κερδίσουν τις χαμένες παρτίδες της ζωής.....
Ήταν ένα απόγευμα Τετάρτης μετά από βροχή όταν ο Μήτσαος τους ανήγγειλε την απόφασή του να φτιάξουν ομάδα ''κι όπου μας βγάλει'',όπως ήταν τα λόγια του...''Δεν έχουμε να χάσουμε τίποτα,μόνο το χρόνο μας που κι αυτόν τον χάνουμε στο μαράζι και στις κουβέντες εδώ μέσα,ας πάμε να δείξουμε ότι μπορούμε ακόμα''είπε κι οι υπόλοιποι χειροκροκρότησαν κι άνοιξαν οι μπύρες και το γιόρτασαν στο μικρό καφενεδάκι...
Το όνομα της ομάδας το άφησαν στον Μήτσο κι εκείνος έστιψε το μυαλό του κάμποσα βράδυα για να καταλήξει...''Γεράκια'' είπε να λένε την ομάδα....''γέρους'' τους θεωρούσαν,όμως γεροντάκια δεν θα ταίριαζε,το ''γεράκια'' τα είχε όλα, το γερ- από το γεροντάκια και το γεράκι που ήταν οι ψυχές τους που διψούσαν για τη ρεβάνς....
Δεν άργησαν να πάρουν έγκριση,να φτιάξουν τα χαρτιά και να ξεκινήσουν τις προπονήσεις....Θα έπαιζαν στην πιο χαμηλή τοπική κατηγορία αλλά αυτό δεν τους πείραζε καθόλου,τους έφτανε μόνο να πατήσουν το παρκέ...
Τα σώματα άρχισαν να γίνονται και πάλι όπως πρέπει και μέσα από φωνές και κόπωση ήρθαν οι πρώτες νίκες...Δεν τους ήξερε κανείς,φίλαθλοι δεν υπήρχαν ούτε γήπεδο δικό τους,γυρνούσαν από εδώ κι από εκεί,όμως γυρνούσαν νικητές κι αυτό τους έφτανε,τους έφτανε που το γιόρταζαν στον καφενέ του Μήτσου με λίγα σουβλάκια και με μπύρες....
Ο καιρός περνούσε και τα ''Γεράκια'' ανέβαιναν κατηγορίες αθόρυβα,όσο κι αν κανένας δεν τους πρόσεχε,όσο κι αν βιοπορούσαν με τις ψευτοδουλειές τους....κι ήρθε η στιγμή μετά από τέσσερα χρόνια να χτυπήσουν την πόρτα της δεύτερης κατηγορίας...Τότε φάνηκαν και οι πρώτοι χορηγοί,ήρθαν οι δημοσιογράφοι να τους μιλήσουν,όμως αυτοί παράμειναν λιγομίλητοι και σταθεροί στην υπόσχεση να τα ''δώσουν όλα'',να πάρουν τη ρεβάνς....
Δεν τους έπαιρναν ακόμα στα σοβαρά,όμως εκείνοι δούλευαν αθόρυβα κι ετοιμάζονταν για τις ''μάχες'',με την προσθήκη ενός ακόμα ''γερακιού'',του Τάσου που ήταν πάνω από δύο μέτρα,διωγμένος ξανά και ξανά από μεγάλες ομάδες,ένας άνθρπός που από τη στενοχώρια τόχε ρίξει κάποτε στο ποτό,όμως,απαλλαγμένος πια από το πάθος,ζητούσε κι αυτός εκδίκηση...
Η περίοδος άρχισε με νίκες και χωρίς να το καταλάβει σχεδόν κανείς,τα ''Γεράκια'' βρέθηκαν στην κορυφή,προκαλώντας θαυμασμό αλλά και φθόνο...
Ο Μήτσος ήξερε πως θα τους ''κυνηγήσουν'' με κάθε τρόπο,όμως δεν είχε σκοπό να πτοηθεί από τέτοια γεγονότα,γεγονότα που είχε ξαναδεί στο παρελθόν...
Ο Απρίλιος τους βρήκε και πάλι πρώτους και πρωτοσέλιδα σε αθλητικά έντυπα ως ''ομάδα φαινόμενο'',όμως εκείνοι δεν άκουγαν τίποτα,οι πληγές δεν είχαν επουλωθεί και οι νίκες δεν είχαν χορτάσει τις ψυχές τους,δεν τις είχαν καθαρίσει από τα τόσα χρόνια μαυρίλας...ζητούσαν κι άλλα,ζητούσαν πίσω όσα τους είχαν στερήσει τα χρόνια...
Η άνοδος στην πρώτη κατηγορία ήταν γεγονός,όπως και η έλευση μεγάλων χορηγών,οι τηλεοπτικές κλύψεις,τα τηλέφωνα των μάνατζερ...Φυσικά οι οικονομικοί πόροι θα τους ανακούφιζαν,όμως οι μεταγραφές τους ή καλύτερα η ενίσχυση της ομάδας,θα γινόταν και πάλι από ''πληγωμένα γεράκια'',αυτή ήταν η λογική τους...
Παράλληλα ο Μήτσος μεγάλωνε το καφενείο κι ήταν αποφασισμένος να φτιάξει και δυο τρία τυροπυτάδικα για να βολέψει με έναν στοιχειώδη τρόπο τους παίκτες που βολόδερναν σε δουλειές του ποδαριου....
Οι προπονήσεις ήταν εντατικές,έπρεπε η χρονιά στην πρώτη κατηγορία να τους βρει δυνατούς...κι έτσι κι έγινε...
Όλοι πια ''χάζευαν'' με τις επιδόσεις των ''Γερακιών'',των παικτών που τους είχαν πετάξει από το χώρο χρόνια πριν και που τώρα έπαιρναν εκδίκηση...
Οι τηλεοπτικές μεταδόσεςι των αγώνων τους σπάγαν ρεκόρ τηλεθέασης και τα κανάλια περίμενα για συνεντεύξεις...
Έμοιαζε η νύχτα να φεύγει από τις ζωές τους,έμοιαζε ο κύκλος του ''χρέους'' προς το σύμπαν να έχει τελειώσει γι αυτούς,έτσι τους έλεγε ο Μήτσος κι έτσι πίστευαν κι αυτοί καθώς κάρφωναν με δύναμη στα αντίπαλα τεραίν...είχε πια ξημερώσει.....